Κυριακή 1 Ιουλίου 2012

Σα Δυο Σταγόνες!


Τα χρόνια που μεγάλωνες για μένα, να ξέρεις πως σου τά 'χω φυλαγμένα..!



Την άκουγα να πλένει τα πιάτα στην κουζίνα - αυτή τη φορά στο δικό μου σπίτι - στη 1 τη νύχτα, με τον απορροφητήρα ανοιχτό κι ήξερα, χωρίς να τη βλέπω, πως έκανε παράλληλα το τσιγάρο της..- πάντα αναρωτιόμουν πώς κάπνιζε με βρεγμένα χέρια- κι εκείνος στο μπαλκόνι μου, απολαμβάνοντας τη Θεσσαλονίκη να ησυχάζει μπροστά στα μάτια του..  της φώναζε να ΄ρθει να καθίσουν κι ότι είναι αργά για να κάνει δουλειές.. μιας και τον τάραζε η κινητικότητά της που τη συνόδευε με θορύβους τέτοια ώρα. Μετά από ώρες, εξουθενωτικές.. αυτή ακριβώς η στιγμή, ήταν η παύση μου. Αυτή, αυτός, το νερό που έτρεχε κι ο απορροφητήρας. Λατρεύω τους ήχους τους. Αν θα μπορούσα με λέξεις να περιγράψω το συναίσθημα θα έλεγα πως.. αυτοί είναι η ασφάλεια που μου χάρισε η φύση, σαν πριν καν γεννηθώ να μου το χρωστούσε. Λίγο αργότερα μεταξύ ύπνου και ξύπνιου και φθοράς κι αφθαρσίας άκουγα τους ψιθύρους τους, σχεδόν δίπλα από το κρεβάτι μου να με νανουρίζουν. Περνάει ο καιρός.. μεγαλώνουμε, ωριμάζουμε, αλλάζουμε σπίτια, μας χωρίζουν πόλεις, δρόμοι, χώρες, με εμάς διακαώς να παλεύουμε να φτιάξουμε τις δικές μας ζωές, μόνοι μας πια.. μα με αυτούς δεν αλλάζει ποτέ τίποτα. Πάντα είμαστε τα παιδιά τους κι εκείνοι οι απόλυτα ορκισμένοι  γονείς μας. Δεν αλλάζουν ρόλους, δεν αλλάζουν ιδιότητες, δεν αλλάζουν συναισθήματα. Είναι το απόλυτο. Το συνεπές. Αυτό που πάντα μας περιμένει. Αυτό που πάντα μας συγχωρεί. Αυτό που ανεξαρτήτων όρων συνεχίζει τη σχέση του μαζί μας. Αυτό το.. πάντα. Αυτό το.. ολόδικό μας. Κι ήρθε η αυγή τής Κυριακής κι η ώρα της απαραίτητης αφύπνισης.. με μια  διαφοροποίηση. Αυτή τη φορά είχε φωνή.. ανδρική.. γλυκιά.. ευγενική.. ενθαρρυντική.. με χροιά αγάπης και αδυναμίας στην καλομαθημένη του κόρη..! Για την ακρίβεια, ευλογία.


Πάλι Βρεττάκος. Για αυτήν. Και γι'αυτόν. Για τους δικούς μου. Για το πάντα μου.

"Κάθονταν κάτω ἀπ᾿ τὸ φεγγάρι καὶ μὲ νοιάζονταν,
κάθονταν κάτω ἀπ᾿ τὸ φεγγάρι καὶ μὲ μάλωνε:
Χτὲς σ᾿ ἔλουσα, χτὲς σ᾿ ἄλλαξα, ποῦ γύριζες -
ποιὸς γιόμισε τὰ ροῦχα σου δάκρυα
καὶ νεραντζάνθια;"





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου